του Andrey Movchan
Η ρωσική οικονομία συρρικνώνεται αλλά δεν καταρρέει. Ακόμη.
Στο τέλος του 2015, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ υποχώρησε στα επίπεδα του 2006 (σε πραγματικούς όρους) και οι μέσοι μισθοί υποχώρησαν στα επίπεδα του 2007. Εάν η τρέχουσα τάση συνεχιστεί, αυτοί οι δείκτες θα υποχωρήσουν με την πάροδο του 2016, στα επίπεδα του 2005 και 2006 αντίστοιχα.
Και πάλι, η οικονομία έχει περιθώριο να υποχωρήσει περαιτέρω προτού η κυβέρνηση μπει σε μπελάδες. Στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 1999, η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 21% χαμηλότερο από ό,τι είναι σήμερα, και οι μέσοι μισθοί διαμορφώθηκαν 40% χαμηλότερα. Η οικονομία φαινόταν να είναι ένα μόλις βήμα πριν την καταστροφή.
Οι μέσοι Ρώσοι θα είναι σε θέση να προσαρμοστούν στους μειωμένους μισθούς και τα εισοδήματα των νοικοκυριών. Μια μείωση του προϋπολογισμού ωστόσο, θα μειώσει σοβαρά την πρόσβαση στις πηγές εσόδων για τις ελίτ, οι οποίες έχουν συνηθίσει να βγάζουν χρήματα από αναποτελεσματικές, ενδιάμεσες και διεφθαρμένες επιχειρήσεις.
Αυτές οι ελίτ επιρροής παλεύουν να προστατεύσουν τους πόρους τους και θα συνεχίσουν να αντιτίθενται σε οποιαδήποτε και σε όλες τις περικοπές του προϋπολογισμού. Ως αποτέλεσμα της πίεσης από τις ομάδες επιρροής, οι δημόσιες δαπάνες έχουν υποχωρήσει λιγότερο από 20% από το αποκορύφωμά τους. Στα επόμενα χρόνια, αυτή η τάση θα καταλήξει πιθανότατα σε αδικαιολόγητα μεγάλες δαπάνες του προϋπολογισμού και σε αυξημένη φορολογική επιβάρυνση, η οποία θα αναστείλει την οικονομική δραστηριότητα συνολικά.
Οι ομάδες επιρροής θα προσπαθήσουν να αντισταθμίσουν τις ζημιές από την συρρίκνωση των κονδυλίων του κρατικού προϋπολογισμού, με το να αυξήσουν το μερίδιό τους στις κρατικές και μη κρατικές επιχειρήσεις, απαιτώντας υψηλότερο "ενοίκιο” (δωροδοκίες, συναλλαγές αγαθών και υπηρεσιών εκτός αγοράς και άδικα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα). Οι προσπάθειες του καθεστώτος να διατηρήσει την υποστήριξη αυτών των ομάδων, θα επιβραδύνει περισσότερο την οικονομία.
Ως εκ τούτου, στα επόμενα χρόνια μπορούμε να αναμένουμε η οικονομία να συρρικνωθεί με αυξημένο ρυθμό, με τα έσοδα του προϋπολογισμού να υποχωρούν ακόμη περισσότερο (εν μέρει διότι τα έσοδα από φόρους στην παραγωγή και στις εξαγωγές υδρογονανθράκων, αναμένεται να υποχωρήσουν). Αυτό το πτωτικό σπιράλ θα οδηγήσει πιθανότατα σε οικονομική κατάρρευση, αλλά ασφαλώς όχι για τουλάχιστον 3-4 χρόνια, το ελάχιστο χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί η οικονομία για να συρρικνωθεί στα επίπεδα του 1999.
Γιατί η τελευταία οικονομική κρίση δεν έχει προκαλέσει κοινωνική αστάθεια και δεν υπονόμευσε τα ποσοστά δημοτικότητας του καθεστώτος; Υπάρχουν αρκετοί λόγοι.
Πρώτον, για την συντριπτική πλειοψηφία των Ρώσων, η τωρινή κρίση έρχεται μετά από μια μακρά περίοδο οικονομικής ανάπτυξης. Για τους περισσότερους Ρώσους, το γεγονός ότι η ποιότητα ζωής τους είναι καλύτερη σήμερα από ό,τι ήταν πριν από 15 χρόνια, είναι πιο σημαντικό σε σχέση με την τρέχουσα οικονομική δυσπραγία. Τα εισοδήματα των νοικοκυριών πιθανότατα θα πρέπει να υποχωρήσουν κατά επιπλέον 30%-40% (στα επίπεδα του 1999-2000) για να προκαλέσουν γενικευμένη δυσαρέσκεια.
Δεύτερον, η αύξηση της ευημερίας στο διάστημα 2000-2012, όπως και η πτώση μεταξύ 2014-2015, ήταν πολύ άνισα κατανεμημένη. Μόλις μια μικρή ομάδα ανθρώπων βίωσε πραγματικά σημαντικές αλλαγές στην ποιότητα ζωής τους. Μόλις το 24% των Ρώσων πολιτών που ζουν εκτός Μόσχας είχαν ξένα διαβατήρια που τους επέτρεψε να ταξιδεύσουν στο εξωτερικό το 2015, και μόλις το 7% των Ρώσων έχουν ταξιδέψει στο εξωτερικό τουλάχιστον μια φορά ετησίως τα τελευταία χρόνια. Η διαφορά μεταξύ του μέσου όρου κι της μέσης αξίας είναι περίπου 40%, που σημαίνει ότι η πλειονότητα των Ρώσων λαμβάνει πολύ μέτριους μισθούς. Λιγότερο από το 20% των Ρ¨ωσων έχουν αποταμιεύσεις στην τράπεζα και μόλις το 4% έχει αποταμιεύσεις σε ξένο νόμισμα.
Ο συντελεστής GINI της Ρωσίας, όπως καταγράφεται από την Παγκόσμια Τράπεζα, έχει αυξηθεί από το 1990, από το περίπου 25 στο 41 και ο λόγος R/P 10 (η αναλογία του μέσου εισοδήματος του πλουσιότερου 10% προς το φτωχότερο 10%) βρίσκεται τώρα κοντά στο 13 (το επίπεδο της Ζουαζιλάνδης και της Σενεγάλης). Η πλειονότητα των Ρώσων πολιτών δεν αισθάνθηκε πραγματικά την κρίση όπως και δεν αισθάνθηκε την προηγούμενη ανάπτυξη -δεν έχουν πολλούς λόγους να διαμαρτυρηθούν. Η αύξηση τη ευημερίας έχει επικεντρωθεί στην Μόσχα και σε αρκετές άλλες μεγάλες πόλεις. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Μόσχα διαμορφωνόταν περίπου στα 35.000 το 2014 και υποχώρησε στα περίπου 20.000 δολάρια από την έναρξη του 2016. Οι Μοσχοβίτες είναι γνωστοί ότι είναι πιο φιλελεύθεροι και πιο αποφασισμένοι να διαμαρτύρονται εναντίον της απολυταρχίας σε σχέση με τους υπόλοιπους Ρώσους. Ωστόσο, το κατά κεφαλή ΑΕΠ είναι πάρα πολύ υψηλό για να αναμένουμε μεγάλη κοινωνική αναταραχή στην πρωτεύουσα.
Τρίτον, σε αντίθεση με τις δυτικές δημοκρατίες, δεν υπάρχει έκδηλος ανταγωνισμός για την εξουσία μεταξύ των ελίτ στη Ρωσία, και οι ομάδες της αντιπολίτευσης εντός των ελίτ δεν κριτικάρουν ανοιχτά το καθεστώς μέσω ανεξάρτητων ΜΜΕ ή άλλων καναλιών. Το κράτος έχει ουσιαστικά το μονοπώλιο στην ενημέρωση: στα ανεξάρτητα ΜΜΕ έχουν πρόσβαση λιγότερο από το 10% του πληθυσμού. Σε αντίθεση με τις αναπτυγμένες δημοκρατίες, τα ρωσικά ΜΜΕ υποβαθμίζουν τα οικονομικά προβλήματα, απαλλάσσουν τις αρχές από ευθύνες και κατηγορούν τους εξωτερικούς παράγοντες για τις εγχώριες κακουχίες. Η αντιπολίτευση είναι ουσιαστικά αποκομμένη από την πρόσβαση στην πρωτεύουσα και περιορίζεται στην ικανότητά της να συντονίζει τις διαμαρτυρίες.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η πλειοψηφία του πληθυσμού βλέπει το Κρεμλίνο όχι ως την κύρια αιτία για την τρέχουσα οικονομική ύφεση, αλλά ως την κεντρική εξουσία που κάνει μια σχετικά πετυχημένη προσπάθεια να συσπειρώσει την κοινωνία εναντίον των εξωτερικών εχθρών που επιδιώκουν να στραγγαλίσουν οικονομικά την Ρωσία. Με κάποιον τρόπο, δεν είναι δύσκολο για τα ελεγχόμενα από το Κρεμλίνο ΜΜΕ να βρουν αποδείξεις και συμπτώματα -οι δυτικές κυρώσεις παρουσιάζονται ως ένα μεγάλο εργαλείο καταστροφής, προκαλώντας σοβαρό πλήγμα στην ρωσική οικονομία. Η πτώση της πετρελαϊκής τιμής παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα μιας αντί-ρωσικής συνωμοσίας. Και ακόμη και η κατάσταση σε σχέση με την Ουκρανία, αντιμετωπίζεται ως μια επίθεση στο ρωσικό ξένο εμπόριο, στην ικανότητα της Ρωσίας να συνεργαστεί με μια γειτονική αγορά 45 εκατομμυρίων ανθρώπων και στους παραδοσιακά στενούς οικονομικούς δεσμούς μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Με τον καιρό, οι οικονομικές δυσκολίες έχουν γίνει ο λόγος για την αύξηση της δημόσιας στήριξης στον πρόεδρο και τις πολιτικές του, και όχι λόγος για διαμαρτυρία.
www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου